Portal
Το δηλητήριο του ελληνικού ποδοσφαίρου και η διαχρονικά λάθος ερμηνεία στα λόγια του Μπιλ Σάνκλι
04-06-2024 22:55Ραφαήλ Κλαριδόπουλος
Το ελληνικό (ειδικά) ποδόσφαιρο χαρακτηρίζεται εδώ και δεκαετίες από μία μεγάλη αντίφαση που δυστυχώς αντί να αμβλύνεται, διευρύνεται.
Από την μία, έχουμε την όμορφη πλευρά του αθλήματος (από την φύση του) με όλες τις ηθικές αξίες και τα ιδανικά που πρεσβεύει και προάγει ανέκαθεν ή τουλάχιστον που θα έπρεπε να πρεσβεύει και να προάγει. Έχουμε πολλούς μεγάλους και ιστορικούς συλλόγους, γνωστούς όχι μόνο στη χώρα μας και στην Ευρώπη αλλά σε ολόκληρη την υφήλιο. Και φυσικά τους ποδοσφαιριστές που ανεβάζουν το επίπεδο και πολλές φορές μετατρέπονται σε στολίδια για το πρωτάθλημά μας χάρη στο ήθος τους και τον χαρακτήρα τους αποτελώντας το φως στο τούνελ της τοξικότητας και δείχνοντάς μας τον δρόμο. Τέλος, δεν θα μπορούσαμε φυσικά να παραλείψουμε και τις πολύ όμορφες εικόνες στα γήπεδα της χώρας μας (όταν αυτές υπάρχουν) με φιλάθλους όλων των ηλικιών - άγνωστοι μεταξύ τους - να ενώνονται για να υποστηρίξουν την ομάδα που αγαπούν με πολύ ρομαντισμό.
Υπάρχει όμως και η άλλη όψη του νομίσματος με τον βιασμό του αθλήματος που παρατηρείται δυστυχώς στη χώρα μας σε ετήσια βάση. Κάθε χρόνο, κάθε ποδοσφαιρική σεζόν οι ομάδες και κυρίως οι πέντε μεγάλοι παίκτες του ελληνικού πρωταθλήματος (Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ και Άρης) επιδίδονται σε έναν άτυπο πόλεμο ανακοινώσεων για την διαιτησία και όχι μόνο. Το μοναδικό πράγμα που καταφέρνουν είναι να δηλητηριάσουν ακόμα περισσότερο το ήδη τοξικό περιβάλλον που περικλείει το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Αυτές οι ανούσιες πρακτικές φανατίζουν ακόμα περισσότερο τους οπαδούς των ομάδων περνώντας το μήνυμα πως η δικιά τους ομάδα αδικείται και πίσω από αυτή την αδικία βρίσκονται οι άλλες ομάδες που θέλουν το “κακό” της. Μάλιστα, στις ομάδες της συμπρωτεύουσας η κατάσταση είναι πιο πολύπλοκη με το περίφημο “κατεστημένο” της πρωτεύουσας. Έτσι, καλλιεργείται μεγάλο μίσος στους οπαδούς μιας ομάδας προς τους οπαδούς των άλλων ομάδων, γεγονός που δημιουργεί μια εμπόλεμη κατάσταση η οποία μπορεί να ξεφύγει πολύ εύκολα εκτός ελέγχου βλάπτοντας και στιγματίζοντας ανεπανόρθωτα πολλές φορές το άθλημα.
Μεγάλο μερίδιο ευθύνης στην όλη κατάσταση έχουν τα social media και η μεγάλη πλειοψηφία των ΜΜΕ που ρίχνουν πολλές φορές λάδι στη φωτιά. Στα πρώτα η ρητορική μίσους κάνει “πάρτι” καθώς πέρα από το γεγονός ότι υπάρχουν σελίδες που έχουν δημιουργηθεί για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, στα σχόλια παρατηρούνται αντιπαραθέσεις που μπορούν να βγουν πανεύκολα εκτός ελέγχου. Δυστυχώς είναι τέτοια η δομή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που δεν μπορούν να γίνουν και πολλά πράγματα για να περιοριστούν αυτά τα φαινόμενα. Στο ίδιο μήκος κύματος πληθώρα των ΜΜΕ της χώρας μας αναπαράγουν αυτές τις ειδήσεις και δίνουν έμφαση σε αυτές λόγω του ιδιοκτησιακού τους καθεστώτος αλλά και για λόγους κερδοφορίας καθώς είναι νέα που “πουλάνε” και ενδιαφέρουν, καλώς ή κακώς, μεγάλη μερίδα του πληθυσμού.
Ένα από τα πιο διάσημα ποδοσφαιρικά quotes ανήκει στον Μπιλ Σάνκλι, Σκωτσέζο ποδοσφαιριστή και μετέπειτα προπονητή που λατρεύτηκε όσο βρισκόταν στον πάγκο της Λίβερπουλ. Ο Μπιλ είχε δηλώσει πως διαφωνεί με όσους θεωρούν πως το ποδόσφαιρο είναι ένα ζήτημα ζωής και θανάτου διότι όπως πίστευε ο ίδιος είναι κάτι πολύ, πολύ πιο σημαντικό. Στη χώρα μας δυστυχώς έχουμε χαθεί στην μετάφραση παρερμηνεύοντας τα λόγια του και δίνοντάς τους μία πιο κυριολεκτική και αρρωστημένη χροιά στον βωμό της τοξικότητας και του φανατισμού.
Προφανώς και ο Μπιλ δεν παρακινούσε τον κόσμο στη βία και σε δολοφονίες με οπαδικά κίνητρα. Αυτό που εννοούσε με τα λεγόμενά του είναι πως οι ποδοσφαιριστές πρέπει να δίνουν το 101% των δυνατοτήτων τους στον αγωνιστικό χώρο καθώς αποτελούν την ζωντανή ιστορία της ομάδας τους και εκπροσωπούν, πέρα από τον ίδιο τον σύλλογο, την πόλη τους, τους κατοίκους της και την χώρα τους σε μια πολύ ρομαντική αντιμετώπιση του αθλήματος.
Στο δυστοπικό περιβάλλον του ελληνικού ποδοσφαίρου ο φαύλος κύκλος της τοξικότητας και του φανατισμού που παρατηρείται οδηγεί σε “εκτονώσεις” αυτών των δύο με τραγικές συνέπειες όπως η δολοφονία του αείμνηστου Άλκη Καμπανού με πρωτοφανές μίσος λόγω - όσο αδιανόητο και αν ακούγεται - της αγάπης του σε διαφορετική ομάδα. Ο Άλκης δεν ήταν ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος (όπως ελπίζαμε) και δυστυχώς είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα υπάρξουν και άλλοι σαν αυτόν αν η Πολιτεία δεν κάνει τα δέοντα.
Το μεγάλο θέμα είναι πως λύση σε αυτό το διαχρονικό πρόβλημα δεν δίνεται - και ας είναι προφανής - διότι οι κυβερνήσεις αποφεύγουν να έρθουν σε αντιπαράθεση με τους μεγάλους παράγοντες των ομάδων λόγω συμφερόντων στις σχέσεις αλληλεξάρτησής τους. Αυτό το γεγονός διαιωνίζει την όλη προβληματική κατάσταση σε συνδυασμό με το ότι όσοι έχουν ασπαστεί αυτή την ιδεολογία της τοξικότητας και του φανατισμού θα την μεταφέρουν στις επόμενες γενιές.
Ένα άλλο μεγάλο θέμα είναι αυτό της Δικαιοσύνης (;) που αντί να τιμωρεί τους εγκληματίες σε αυτές τις περιπτώσεις, βασανίζει τους φίλους και συγγενείς των θυμάτων με τις ποινές - χάδια που επισύρει στους κατηγορούμενους που πραγματικά σε κάνουν να αναρωτιέσαι με ποιανού το μέρος ήταν αυτός που όρισε τις ποινές. Είναι το λιγότερο αυτονόητο πως αν οι ποινές ήταν πιο “βαριές” τα σχετικά εγκλήματα θα μειώνονταν.
Συνοψίζοντας, βρισκόμαστε σε έναν συνεχή πόλεμο ανάμεσα στο καλό και το κακό (ή μάλλον καλύτερα το αρρωστημένο) και όλοι ξέρουμε στο τέλος πάντα ποιος νικά. Το σημαντικό σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να είμαστε στην σωστή πλευρά της ιστορίας και να διαφυλάσσουμε τα ιδανικά και τις αξίες του αθλητισμού όπως μας τα μετέφεραν οι προηγούμενες γενιές για να τα μεταλαμπαδεύσουμε και εμείς με την σειρά μας στις επόμενες για να μην χάσει ποτέ αυτό το άθλημα την μαγεία που το περιβάλλει. Για τον Άλκη και τον κάθε Άλκη που έχασε την ζωή του τόσο άδικα για να υπερασπιστεί αυτά τα ιδανικά.
Ο παρών ιστότοπος συγχρηματοδοτήθηκε από το Πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Δικαιώματα, Ισότητα, Ιθαγένεια 2014-2020». Το περιεχόμενο του παρόντος ιστότοπου αντικατοπτρίζει τις απόψεις του/της συγγραφέα και αποτελεί αποκλειστική ευθύνη του/της. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για τη χρήση των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτόν.